page top

Louis Armstrong - Γεννήθηκα στη Νέα Ορλεάνη

Μετάφραση: Μαρία Καραγιαννοπούλου

Δημοσιεύτηκε 31/12/2019 11:19

Ο Louis Armstrong έγραφε όπως μιλούσε. Αυτό, το ανορθόδοξο για την εποχή του, που τη συναντούμε στην αλληλογραφία του, ακόμη και στα τηλεγραφήματά του. Τον ενδιαφέρουν επίσης η στίξη και ο ρυθμός, στοιχεία που πραγματικά ζωντανεύουν τα γραφτά του και τα φέρνουν στα μέτρα του, στο φυσικό καθημερινό τρόπο ζωής, στην αυθόρμητη εκφραστικότητά του, στη δυνατότητα για άμεση επικοινωνία, στην ανοιχτοσύνη του, στη βαθιά ανθρώπινη απλότητά του.

Ζεστασιά, χιούμορ, φιλειρηνικότητα, έλλειψη επιθετικότητας αλλά και έλλειψη αυστηρής κριτικής συμπληρώνουν το πρόσωπο του Louis Armstrong μέσα από τα βιβλία, τους δίσκους, τις εμφανίσεις τη ζωή του. Καθαρός στη σκέψη και στο λόγο όπως στις μουσικές του φράσεις. Τοποθετεί και συνοψίζει το θέμα μ’ έναν οριστικό τρόπο, χωρίς αμφιβολίες και στραβοπατήματα, διατηρώντας ταυτόχρονα τη χάρη της ροής του προφορικού λόγου, τη φυσικότητα της ομιλίας, της ανάπτυξης μιας μελωδίας, μιας ιστορίας, με τον ολοστρόγγυλο ολοκληρωμένα τόνο που «φυσούσε με όλα τα χορευτικά μόρια του σώματός του».

Σάκης Παπαδημητρίου (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)

(.....) Πήγα σπίτι τρέχοντας. Η Μαιηάν μόλις είδε ότι γύρισα πολύ νωρίτερα απ' ό, τι συνήθως, με ρώτησε αν έτρεχε τίποτα, αν έγινε καμιά φασαρία. "Όχι, μαμά" είπα. Ό πόλεμος τελείωσε κι εγώ παράτησα τη δουλειά στα κάρβουνα για τελευταία φορά. Τώρα μπορώ να παίζω τη μουσική μου όπως θέλω εγώ. Και όποτε θέλω εγώ ". Την επόμενη κιόλας μέρα η πόλη φωταγωγήθηκε ξανά. Κι όλα τα μαγαζιά άρχισαν ν' ανοίγουν το ένα μετά το άλλο. Ώ, η Νέα Ορλεάνη ξανάγινε όμορφη με όλα αυτά τα υπέροχα φώτα στην Κάναλ Στρήτ και στους άλλους δρόμους. Ο Ματράγκα με φώναξε να ξαναπαίξω στο honky-tonk του, αλλά ήταν πολύ αργά. Εγώ τώρα πια έψαχνα για πιο σπουδαία πράγματα, ειδικά από τότε πού μού 'χε δώσει ο Κιντ Όρυ την ευκαιρία να παίξω τη μουσική πού πραγματικά ήθελα. Δηλαδή όλα τα είδη της μουσικής, από τζαζ μέχρι βαλς. (.....)

Απόσπασμα από το βιβλίο

Μετάφραση: Μαρία Καραγιαννοπούλου
Εκδόσεις: INDEX 1988
Σελίδες: 206

 

Σχολιάστε το άρθρο

Facebook
Twitter GooglePlus